Το Παραβάν

Οι νύχτες τούτη την εποχή εν ότι καλύτερο για περιπάτους. Πιστευκώ ότι κάποιος στον ουρανό, λυπάται μας που εν βρέσιη, τζιαι έτσι διά μας τουτες τες υπέροχες, ανοιξίατικες νύχτες για να καθούμαστε στες βεράντες μας τζιαι να ρεμβάζουμε. Άσχετο ότι οι παραπάνω, αντι να ρεμβάζουν γυρίζουν την τηλεόραση να θωρεί έξω για να μεν χάσουν την «Μαρία την Άσχημη».

Όπως τζιαι να έσιη, αποφάσισα να πάω ενα περίπατο στην παλία Λευκωσία. Να περπατήσω την Λήδρας, να πίω ένα καφέ, να κάτσω σε ένα παγκάκι να κόψω λλίη κίνηση.

Περπάτα τζιαι να περπατήσεις, εκαταλήξαμε στο τέρμα της Λήδρας. Έξω που το μουσείο με τα κέρινα ομοιόματα, δίπλα που το μνημείο τζιαι τον τακκωμένο σκοπό, εκάτσαμε με την συνοδοιπόρο μου να απολαύσουμε το ανοιξίατικο αεράκι.

Ρουφώντας που λέτε, τον ποιό ακριβό ττέηκ αγουέη καφέ της μεσογείου (εδώκαμε σχεδόν 10 ευρώ για θκύο καφέδες) η κοπελλία είπε μου «Άκουσα 31 του Μάρτη εννα ανοίξουν το οδόφραγμα, να ενωθεί η Λήδρας».

Εγύρισα τζιαι είδα το παραβάν που κόφκει για την ώρα τον δρόμο που παλία ένωνε ανθρώπους τζιαι μαγαζία. Κόφκει μας ένα παραβάν. Τρείς δίπλες πλαστικό.

Έννεν κάν τοίχος. Κάτι τέλοσπαντων με κύρος, με βαρύτητα. Κάτι που να μεν ππέφτει, κάτι που να θέλει κούσπους τζιαι φτυάρκα, φορτηγά τζιαι σίοιρους για να ραγίσει τζιαι να γκρεμιστεί. Εν κάτι τόσο, απλοικό, τόσο μιτσή. Εν έσιη καν ιστορικό βάρος.

Τι έννα γράψει η ιστορία;

Η πτώση του παραβάν της Λευκωσίας;

Οι Λευκωσιάτες, ξεδίπλωσαν το παραβάν που τους χωρίζει και ένωσαν τα χέρια;

Αφήνουμε ένα παραβάν, να χωρίζει τον δρόμο μας, το νησί μας. Την στιγμή που πριν είκοσι σχεδόν χρόνια, κάποιοι άνθρωποι εσείραν ολόκληρο τοίχο με τα σίερκα τους για να ενώσουν την χώρα τους.

Γιατί να πίαννουμε μόνο παραδείγματα πολέμων, τζιαι θυσιών στον βωμό του έθνους;

Έννεν ποιό ωραία τα παραδείγματα της ειρήνης, της συμφιλίωσης, της επανένωσης;

Εν θα ήταν ποιό ωραίος ο δρόμος, αν εφεύκαμε την σκοπία, τες φωτογραφίες του πολέμου, τες σημαίες τζιαι τα όπλα, τζιαι να τον εγεμώναμε με καφενέες, καταστήματα τζιαι εστιατόρια;

Εν ήταν ποιό ωραία κάποτε που επέρναν οι παππούες μας τους γονιούς μας να φαν μαχαλλεπί στην Λήδρας; Εγώ γιατί πρέπει να πάρω το κοπελλούι μου, τζιαι να του εξηγήσω το παραβάν που το εμποδίζει να προχωρήσει;

Με θκύο κλωτσίες τζίνο το παραβάν ππέφτει. Εν τόσο ασήμαντο τζιαι τόσο αμελητέο. Όσον ασήμαντες τζιαι όσο αμελητέες εν οι διαφορές μας με τους απέναντι.

Υπομονή.Νιώθω το ότι εβαρεθήκαμε το, οι μέρες του εν λλίες.